Με αφορμή την προσπάθεια που γίνεται τους τελευταίους μήνες για την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου ανάθεσης μελετών, θα ήθελα να διατυπώσω κάποιες σκέψεις σχετικά με τις απευθείας αναθέσεις κατά το άρθρο 10, παρ στ’ του ν.3316.
Στη συγκεκριμένη παράγραφο του παραπάνω νόμου, αναφέρεται ρητά ότι η ανάθεση γίνεται «ύστερα από γνωμοδότηση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου και αφού προηγηθεί σχετική αναγγελία με προθεσμία 5 ημερών στην ιστοσελίδα του ΤΕΕ». Η παραπάνω φράση σημαίνει προφανώς ότι οι φορείς υποχρεούνται, αφού πάρουν την έγκριση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, να προχωρήσουν σε ανακοίνωση, μέσω της ιστοσελίδας του ΤΕΕ, ότι προτίθενται να συνάψουν σύμβαση με απευθείας ανάθεση, και εντός 5 ημερών όσοι μελετητές θέλουν μπορούν να εκδηλώσουν ενδιαφέρον (υποβάλοντας και την οικονομική τους προσφορά). Η οικονομική δε αυτή προσφορά δεν εμπίπτει στους περιορισμούς των ποσοστών των εκπτώσεων (20%) καθώς δεν υπάρχει υπολογισμένο φυσικό αντικείμενο και επιπλέον αποτελεί το μόνο κριτήριο ανάθεσης.
Η παραπάνω σύννομη διαδικασία εφαρμόζεται απο ελάχιστες υπηρεσίες, ενώ ο κανόνας είναι, στη στήλη απευθείας αναθέσεις της ιστοσελίδας του ΤΕΕ, αντί να ανακοινώνεται η αναγγελία πρόθεσης σύναψης σύμβασης με απευθείας ανάθεση, να αναρτάται η απόφαση ανάθεσης σε συγκεκριμένο μελετητή (πολλές φορές χωρίς να αναφέρεται και το συμβατικό ποσό της αμοιβής), γεγονός που υποδηλώνει συναλλαγή μεταξύ μελετητή και υπηρεσίας και οδηγεί πολλές φορές σε υπερκοστολόγηση μελετών (σε σύγκριση με την κανονική κατά τον νόμο διαδικασία ανάθεσης).
Αυτά που εκτίθενται παραπάνω είναι εντελώς απαράδεκτα και έκνομα, καθώς κατά τον ίδιο νόμο «συμβάσεις που συνάπτονται κατά παράβαση τωςν διατάξεων της περίπτωσης αυτής είναι άκυρες και δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου